Οικονομικά στοιχεία εννεαμήνου 2005

Με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (Δ.Π.Χ.Π)

- Σημαντική αύξηση καθαρών κερδών 150%, παρά την αύξηση των προβλέψεων κατά 149%
- Δυναμική ενίσχυση επαναλαμβανόμενων εσόδων 22.9%, στηριζόμενη κυρίως στην αύξηση των εργασιών λιανικής τραπεζικής κατά 21%
- Περαιτέρω εκλογίκευση κόστους - μείωση εξόδων διαχείρισης 1.8%
- Επιβεβαίωση της επάρκειας κεφαλαίων με Tier I 16,4

Ενισχυμένη κερδοφορία παρουσιάζει η ATEbank κατά το εννεάμηνο 2005 σε σχέση με την προηγούμενη χρήση τόσο λόγω των αυξημένων εσόδων από τόκους χορηγήσεων και λοιπών μη τοκοφόρων εσόδων, αλλά και της περικοπής των λειτουργικών δαπανών. Συγκεκριμένα, τα ενοποιημένα κέρδη μετά από φόρους και δικαιώματα μειοψηφίας αυξήθηκαν 150.02% κατά το εννεάμηνο 2005 έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2004 και ανήλθαν σε Euro78.8εκ. Τα καθαρά έσοδα τόκων αυξήθηκαν κατά 25.4% φθάνοντας το επίπεδο των Euro449.1εκ. Σημειώνεται ότι τα καθαρά έσοδα τόκων περιλαμβάνουν μη επαναλαμβανόμενα έσοδα ύψους Euro60εκ. τα οποία προήλθαν από την αναδιάρθρωση δανείων κατ? εφαρμογή του νόμου 3259/04 περί Πανωτοκίων. Σε επαναλαμβανόμενη βάση, τα καθαρά έσοδα τόκων αυξήθηκαν κατά 8.6% φθάνοντας το επίπεδο των Euro389.1εκ. Το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (ο λόγος καθαρών εσόδων προς μέσο τοκοφόρο ενεργητικό) ανήλθε σε 3.34% σε μη επαναλαβανόμενη βάση και 2.95% σε επαναλαμβανόμενη. Τα έσοδα από μη τοκοφόρες δραστηριότητες έφθασαν το επίπεδο των Euro141.7εκ. σημειώνοντας αύξηση κατά 15.7% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους. Σε επαναλαμβανόμενη βάση, τα έσοδα από μη τοκοφόρες δραστηριότητες αυξήθηκαν κατά 23.9% φθάνοντας το επίπεδο των Euro151.7εκ. Ως συνέπεια των παραπάνω, τα λειτουργικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 22.9% σε Euro590.8εκ. με βάση τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις. Καθοριστική στη διαμόρφωση των ενοποιημένων λειτουργικών κερδών ήταν η μείωση των εξόδων διαχείρισης κατά 1,8% έναντι του 2004 φθάνοντας το επίπεδο των Euro361.2εκ. Η μείωση αυτή, που συντελείται για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο, αντικατοπτρίζει την αποτελεσματικότητα της ακολουθούμενης πολιτικής εκλογίκευσης του λειτουργικού κόστους σε όλο το εύρος του Ομίλου της ΑΤΕbank. Ως συνέπεια, ο Δείκτης Κόστους προς Έσοδα του Ομίλου μειώθηκε αισθητά το εννεάμηνο του 2005 σε 61.1%, από 76.5% το εννεάμηνο του 2004. Τα υπόλοιπα του χαρτοφυλακίου δανείων στο τέλος Σεπτεμβρίου 2005 εμφάνιζαν μια μικρή μείωση σε σχέση με το τέλος Σεπτεμβρίου 2004 διαμορφούμενα σε Euro12,0δισεκ. Ωστόσο, σημειώνεται ότι η εξέλιξη αυτή οφείλεται ουσιαστικά στις διαγραφές κατ' εφαρμογή του νόμου 3259/04 περί Πανωτοκίων. Χωρίς τις διαγραφές η αύξηση στα υπόλοιπα του χαρτοφυλακίου δανείων θα ήταν 3.91%. Ο σχετικά μικρός ρυθμός αύξησης του χαρτοφυλακίου δανείων κατά το εννεάμηνο 2005 μπορεί να αποδοθεί στις ακόλουθες συγκυρίες: την απασχόληση σημαντικού ποσοστού εργαζομένων για την εφαρμογή του Νόμου περί Πανωτοκίων, την απεργία των εργαζομένων τον Ιούνιο 2005 καθώς και την εποχικότητα που χαρακτηρίζει κάποιους τομείς δραστηριότητας της τράπεζας και κυρίως του αγροτικού και του δημοσίου τομέα. Παρ? όλα αυτά, πρέπει να επισημανθεί η αξιοσημείωτη ανάπτυξη σε συγκεκριμένους τομείς. Το χαρτοφυλάκιο προς τα νοικοκυριά στο τέλος Σεπτεμβρίου 2005 παρουσίαζε αύξηση 21% σε σχέση με το τέλος Σεπτεμβρίου 2004, φτάνοντας το ύψος των Euro3.1εκ. Η εισαγωγή νέων προϊόντων ιδιαίτερα ανταγωνιστικών όρων σε συνδυασμό με την πραγματοποίηση επιθετικών πολιτικών προώθησης, που υλοποιήθηκαν μετά τον Ιούλιο 2005, είχε σαν αποτέλεσμα την εντυπωσιακή αύξηση νέων εκταμιεύσεων. Οι μέσες εκταμιεύσεις στεγαστικών προϊόντων κατά το τελευταίο τρίμηνο ήταν αυξημένες κατά 65% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του έτους και κατά 85% σε σχέση με τον μέσο όρο του προηγούμενου χρόνου. Η στρατηγική της Τράπεζας είναι να συνεχίσει την επιθετική προσέγγιση προς τα νοικοκυριά και να επεκτείνει αυτή την πολιτική και προς τις ΜΜΕ. Η συνεχής αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του τομέα των νοικοκυριών ως ποσοστό επί του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων (25.5% τον 9ο05 σε σχέση με 20% τον 9ο04) υποδεικνύει τις προσπάθειες της ATEbank να διευρύνει τις δραστηριότητες της και τα μερίδια αγοράς της σε τομείς που μπορούν να αποδώσουν αναλογικά περισσότερο τόσο μέσω εσόδων τόκων όσο και μέσω προμηθειών από τραπεζικές εργασίες και σταυροειδής πωλήσεις (τα καθαρά έσοδα προμηθειών από την λιανική τραπεζική παρουσιάζονται αυξημένα κατά 61% σε σχέση με το αντίστοιχο εννεάμηνο του προηγούμενου χρόνου). Ως αποτέλεσμα των διαγραφών συνολικού ύψους Euro705εκ. κατά το διάστημα Σεπτεμβρίου 2004 - Σεπτεμβρίου 2005 κυρίως κατ?εφαρμογή του νόμου 3259/04 περί Πανωτοκίων, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων έχει βελτιωθεί με τον συνολικό δείκτη των μη εξυπηρετουμένων δανείων να έχει μειωθεί από 22,6% στις 30 Σεπτεμβρίου 2004 σε 18.9% στις 30 Σεπτεμβρίου 2005. Παράλληλα, όμως, οι εκτεταμένες διαγραφές επηρέασαν αρνητικά τον δείκτη κάλυψης επισφαλών απαιτήσεων από συσσωρευμένες προβλέψεις ο οποίος σημείωσε μείωση από 70.8% στις 30 Σεπτεμβρίου 2004 σε 58.3% στις 30 Σεπτεμβρίου 2005. Πρέπει να σημειωθεί πως ο προαναφερόμενος δείκτης κάλυψης με προβλέψεις ενισχύεται από ένα ποσοστό εγγυήσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων το οποίο εκτιμάται σε περίπου 40-50% των μη εξυπηρετούμενων δανείων ισολογισμού. Οι προβλέψεις ανήλθαν σε Euro112.5εκ. κατά το εννεάμηνο 2005 από Euro45.3εκ. κατά το αντίστοιχο διάστημα το 2004. Σημειώνεται ότι τουλάχιστον Euro50εκ. από τις προβλέψεις αυτές σχηματίστηκαν σε συνέχεια της προαναφερθείσας αναδιάρθρωσης δανείων κατ? εφαρμογή του νόμου 3259/04 περί Πανωτοκίων. Οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 3.8% σε σχέση με τις 30 Σεπτεμβρίου 2004 φθάνοντας το επίπεδο των Euro16.8δισεκ. και ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις ήταν στο επίπεδο του 71,7%. Τα χαμηλά επίπεδα των δανείων προς καταθέσεις σε συνδυασμό με το επίσης χαμηλό κόστος άντλησης κεφαλαίων (1.17%) που απολαμβάνει η τράπεζα, αποτελούν ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα το οποίο η ATEbank θα αξιοποιήσει προκειμένου να ενισχύσει την ανάπτυξη της και να κερδίσει μερίδια αγοράς σε τομείς υψηλού ανταγωνισμού. Η μείωση του λειτουργικού κόστους σε συνδυασμό με την σημαντική αύξηση εσόδων τόσο από τοκοφόρες όσο και από μη τοκοφόρες δραστηριότητες οδήγησε σε δυναμική ενίσχυση των κερδών μετά φόρων τα οποία ανήλθαν σε Euro83.0εκ. Τα ετησιοποιημένα κέρδη ανά μετοχή κατά το εννεάμηνο 2005 ανήλθαν σε Euro0.14. Με βάση τα καθαρά κέρδη της περιόδου αυτής, η αποδοτικότητα του μέσου Ενεργητικού ανήλθε σε 0.56%, ενώ η αποδοτικότητα των μέσων Ιδίων Κεφαλαίων έφθασε το επίπεδο του 13.4%. Προσαρμοσμένη για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους Euro1,25δισεκ., η αποδοτικότητα των μέσων Ιδίων Κεφαλαίων ήταν 7.66%. Η ATEbank διαθέτει πλέον ισχυρή κεφαλαιακή βάση. Ο δείκτης συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας στα τέλη του εννεαμήνου διαμορφώθηκε σε 18.1%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα εποπτικά κεφάλαια πρώτης διαβάθμισης Tier Ι διαμορφώθηκε σε 16.4%. Η μεταστροφή των αποτελεσμάτων σχεδόν όλων των Εταιριών του Ομίλου σε κερδοφορία και η διατήρησιμότητα των κερδών της Τράπεζας είναι το αποτέλεσμα εντατικής προσπάθειας που καταβάλλεται από όλο το μηχανισμό του Ομίλου σε λειτουργικό και οργανωτικό επίπεδο. Η ATEbank, στα πλαίσια της επεκτατικής αναπτυξιακής πολιτικής που ακολουθεί σε όλους τους τομείς δραστηριότητας της, έχει συνάψει συνεργασία στον τομέα των αμοιβαίων κεφαλαίων με την Edmond de Rothschild Asset Management και προωθεί ανάλογες συνεργασίες με σημαντικούς διεθνείς χρηματοοικονομικούς οργανισμούς στους τομείς των πιστωτικών καρτών και της διαχείρισης κεφαλαίων. Η διοίκηση της ATEbank καταβάλει συνεχείς προσπάθειες προκειμένου να βελτιώσει τις υπηρεσίες προς τους πελάτες της, να αυξήσει την παραγωγικότητα και την ικανοποίηση των υπαλλήλων της, να μεγιστοποιήσει την αξία του Ομίλου της και να βελτιώσει την απόδοση προς τους μετόχους της.


Αναζήτηση
Εργαλειοθήκη
Νόμοι και Κανονισμοί

Αγορά

Γενικός Δείκτης

Ημερολόγιο

FinancialCalendarPortlet

Εκδότης Αντικειμένων